Για πολλά χρόνια, οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι η σχιζοφρένεια οφείλεται σε μια διαταραχή ενός συγκεκριμένου συστήματος του εγκεφάλου στο οποίο τα εγκεφαλικά κύτταρα επικοινωνούν μεταξύ τους χρησιμοποιώντας ένα νευροδιαβιβαστή (χημικό μόριο για τη μετάδοση των σημάτων) που ονομάζεται ντοπαμίνη.
Ωστόσο, νεότερες έρευνες μετατοπίζουν την έμφαση από την ντοπαμίνη σε έναν άλλο νευροδιαβιβαστή, το γλουταμινικό οξύ. Οι διαταραχές στη μετάδοση σημάτων μέσω του γλουταμινικού φαίνεται να αποτελούν έναν από τους κύριους παράγοντες εμφάνισης της νόσου.
Τα νέα φάρμακα για την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας βασίζονται στην αναθεωρημένη αυτή άποψη για τα βιοχημικά αίτια της νόσου.