|
|
|
Φθηνότερα φάρμακα;
|
|
|
|
Ο Girish Virkar δεν καλοκοιμάται αυτό τον καιρό. «Τρέχω για να προλάβω» παραπονιέται καθώς τακτοποιείται στην πτήση από Φρανκφούρτη για Μιλάνο. Και ποια είναι η αποστολή του; Να μαζέψει δουλειά για την εταιρεία του, επωφελούμενος από την τελευταία τάση να ανατίθενται στην Ινδία υπεργολαβίες για την έρευνα και τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων.
Ο Virkar είναι πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου τής D&O Clinical Research Organization, μιας εταιρείας με έδρα τη Βομβάη, η οποία εδώ και μία δεκαετία παράγει πρόδρομες φαρμακευτικές ενώσεις για ξένες φαρμακευτικές εταιρείες. Μόλις φέτος η D&O επεξέτεινε τις υπηρεσίες της για να συμπεριλάβει και την υποστήριξη κλινικών δοκιμών, ειδικότερα το συντονισμό μελετών αλλά και τη διαχείριση δεδομένων. Σκοπός αυτής της επέκτασης είναι να «μαντρώσει» περισσότερους πελάτες, καθώς το επιχειρησιακό κλίμα της Ινδίας θερμαίνεται. Ως μέρος της συμφωνίας που υπέγραψε η Ινδία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 1995, και η οποία τίθεται σε εφαρμογή του χρόνου, η χώρα αυτή θα τηρεί τις υποχρεώσεις που συνοδεύουν τα προϊόντα με δικαιώματα εκμετάλλευσης. Οι φαρμακευτικοί οργανισμοί, αν και κάποτε φοβόντουσαν την πειρατεία των φαρμάκων, δεν βλέπουν την ώρα να συνάψουν δοσοληψίες με Ινδούς.
Παρόλο που φαρμακευτικοί κολοσσοί όπως η Novartis, η Pfizer και η Eli Lilly επί χρόνια τώρα αναθέτουν σε ινδικές εταιρείες την παραγωγή χημικών, όλη η δουλειά σχετικά με την έρευνα και ανάπτυξη στα φάρμακα, δηλαδή ο σχεδιασμός τους και οι προκλινικές δοκιμές, διεξαγόταν αλλού. Πέρυσι, όμως, και οι τρεις τους παραδέχτηκαν σε δημόσιες δηλώσεις ότι εξετάζουν με ενδιαφέρον την ινδική αγορά για την ανάθεση ερευνητικού και αναπτυξιακού έργου, όπως υποστηρίζει ο Alok Gupta, επί κεφαλής βιοεπιστημών και βιοτεχνολογίας στη Rabo India Finance, μια τράπεζα επενδύσεων. Και συμπληρώνει ότι «δεν υπάρχει ευνοϊκότερη στιγμή για μια τέτοια μεγάλη ευκαιρία».
Η αλλαγή του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας θα τονώσει επίσης την ανάπτυξη στην αγορά για τις κλινικές δοκιμές, λέει ο Gupta. Από το 1970 οι νόμοι για την κατοχύρωση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης, οι οποίοι αναγνώριζαν μόνο τις μεθόδους, δεν απαιτούσαν τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών. Απλώς κάποιοι «καλλιτέχνες» θα σκάρωναν στα γρήγορα και με διαφορετική μέθοδο την παραγωγή ενός φαρμάκου που κυκλοφορούσε ήδη στις ΗΠΑ ή την Ευρώπη, και στη συνέχεια θα πωλούσαν αυτό το δίχως εμπορικό σήμα φάρμακο σε εξευτελιστική τιμή. Σήμερα, οι περισσότερες από τις 20.000 φαρμακευτικές εταιρείες στην Ινδία φτιάχνουν τέτοια δίχως εμπορικό σήμα φάρμακα, και ο Gupta παρατηρεί: «Ίσχυε μια κατάσταση όπου οι κλινικές δοκιμές ειδικά δεν ήταν απαραίτητες, και έτσι δεν αναπτύχθηκε ποτέ δαημοσύνη.»
Καθώς, όμως, οι ξένες εταιρείες θα ξεκινούν δουλειές στην Ινδία, η εμπειρία και η αρτιότητα γνώσεων θα μεγαλώνει. Πάρτε ως παράδειγμα τον SIRO Clinpharm, έναν από τους πρώτους ινδικούς οργανισμούς έρευνας επί συμβάσει ο οποίος παρέχει ως υπηρεσία τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών εδώ και 7 χρόνια. Κάθε χρόνο η επιχείρηση αναπτύσσεται κατά 60 έως 80%, με το 90% αυτής της ανάπτυξης να προέρχεται από διεθνείς χρηματοδότες, λέει ο γενικός διευθυντής του Chetan Tamhankar. Προσθέτει δε ότι με την αλλαγή στο νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας, στον SIRO Clinpharm αναμένουν εκτίναξη της δουλειάς στα ύψη.
Το θετικό με τις υπεργολαβίες στα φάρμακα είναι και η οικονομία στο κόστος. Οι φαρμακευτικές εταιρείες ξοδεύουν μέχρι και το 20% των πωλήσεών τους στην έρευνα και την ανάπτυξη, ενώ οι ινδοί κατασκευαστές φαρμάκων ξοδεύουν το 1/4 ή και λιγότερο. Αλλά και οι κλινικές δοκιμές στην Ινδία κοστίζουν το 40% του κόστους εκείνων που διεξάγονται στις δυτικές χώρες, αναφέρουν από τη Rabo Finance.
Η υπεργολαβία ως τακτική αποδίδει επίσης περισσότερο. Ο γερμανός κατασκευαστής Mucos Pharma προσέγγισε τον SIRO Clinpharm προκειμένου να βρουν 750 ασθενείς για τις δοκιμές κάποιου αντικαρκινικού φαρμάκου. Μέσα σε 18 μήνες η εταιρεία είχε στρατολογήσει αρκετούς εθελοντές από πέντε νοσοκομεία. Στην Ευρώπη, για να βρουν μόνο 100 εθελοντές, χρειάστηκαν διπλάσιο χρόνο και είκοσι δύο νοσοκομεία.
Σίγουρα η Ινδία δεν αποτελεί τη μόνη χώρα όπου οι φαρμακευτικές εταιρείες μπορούν να μεταφέρουν τις δουλειές τους. «Εδώ και κάμποσα χρόνια μάς έρχονται δεδομένα από τη Νότια Αμερική, την ανατολική Ευρώπη και την Κίνα» σημειώνει ο David Lepay, ανώτερος σύμβουλος σε θέματα κλινικών επιστημών στην Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ. Η Ινδία, παρ’ όλα αυτά, προσφέρει κάποια μοναδικά πλεονεκτήματα. «Μπορείς να συνεννοηθείς μαζί τους στα αγγλικά» λέει ο Enzo Bombardelli, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου τής Indena, εταιρείας με έδρα το Μιλάνο η οποία αναπτύσσει φάρμακα φυτικής προέλευσης. «Στη Ρωσία και την Κίνα χρειάζεσαι διερμηνείς. Οι γιατροί μπορούν να διαβάζουν αγγλικά, αλλά γενικώς δυσκολεύονται.» Στην Ινδία οι φοιτητές θετικών επιστημών και ιατρικής διδάσκονται στα αγγλικά.
Ένα άλλο θετικό της χώρας αυτής είναι οι χιλιάδες χημικοί-φαρμακοποιοί της. «Εάν δώσουμε στους Κινέζους τη συνταγή για μια ένωση, αυτοί είναι σε θέση να την παράγουν φτηνότερα και ταχύτερα, αφού μπορούν να εμπλέκουν σε τούτη τη διαδικασία περισσότερους ανθρώπους» εξηγεί ο Neil Sawant, διευθυντής αγορών στη Novartis. «Δεν αναζητούμε, όμως, εκείνον που απλώς θα βάζει μπρος τη μέθοδο.» Η Novartis επιθυμεί και να εκσυγχρονίζει τις διαδικασίες και να αναπτύσσει ταχύτερες κατασκευαστικές μεθόδους. «Οι Ινδοί σε αυτό τον τομέα είναι πολύ καλοί» προσθέτει.
|
|
|
|
|