Απρίλιος 2005
7,00 € 
Επιλογή Τεύχους


Ψυχρή σύντηξη
Ύστερα από μία δεκαπενταετία, η ψυχρή σύντηξη είχε μια δεύτερη ευκαιρία να «νομιμοποιηθεί» ενώπιον του Υπουργείου Ενέργειας (DOE) των ΗΠΑ, το οποίο οι θιασώτες της ψυχρής σύντηξης συχνά το θεωρούν ως τον χειρότερο εχθρό τους. Αυτός ο επαναληπτικός αγώνας, ήλπιζαν πολλοί, ή θα δικαίωνε το πεδίο ή θα το εξόντωνε άπαξ και διαπαντός. Αντί τούτου, όμως, η ιστορία επαναλήφθηκε, με την έκδοση της ετυμηγορίας ότι τα τεκμήρια παραμένουν ανεπαρκή προκειμένου το θέμα να κριθεί τελεσίδικα.

Η συμβατική φυσική υποστηρίζει ότι η πυρηνική σύντηξη πυροδοτείται σε θερμοκρασίες πολλών εκατομμυρίων βαθμών. Τον Μάρτιο του 1989 ξέσπασε έντονη αντιπαράθεση όταν οι ηλεκτροχημικοί Martin Fleischmann και Stanley Pons, τότε στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα, ισχυρίστηκαν ότι σε πειράματα που πραγματοποιήθηκαν (υπό θερμοκρασία δωματίου, με ηλεκτρόδια από παλλάδιο, σε βαρύ ύδωρ) παρήχθη θερμότητα κατά πολύ περισσότερη απ’ ό,τι σε οιαδήποτε χημική αντίδραση. Η εξήγησή τους ήταν ότι συντήκονταν τα δευτερόνια ―πυρήνες υδρογόνου με ένα επιπλέον νετρόνιο― που περιέχει το βαρύ ύδωρ.

Ακολούθησαν επανειλημμένα πειράματα που οδήγησαν σε απρόβλεπτα αποτελέσματα, και τελικά τον Νοέμβριο του 1989 μια ειδική επιτροπή τού DOE κατέληξε ότι δεν υπήρχαν πειστικά τεκμήρια υπέρ της ψυχρής σύντηξης. Μολονότι η επιτροπή κράτησε ανοικτή την προοπτική περαιτέρω ερευνών μέσω κανονικών διαύλων, τάχθηκε κατά της σύστασης ερευνητικών κέντρων ή της ειδικής χρηματοδότησης. Ως αποτέλεσμα, κατά το μεγαλύτερο μέρος της η επιστημονική κοινότητα θεώρησε ότι «η ψυχρή σύντηξη ήταν κατά βάση νεκρή» λέει ο φυσικός Peter Hagelstein του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης.

Οι έρευνες στο πεδίο της ψυχρής σύντηξης συνεχίστηκαν σποραδικά σε ολόκληρο τον κόσμο πραγματοποιούμενες σε βιομηχανικά, πανεπιστημιακά και κρατικά εργαστήρια, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και εκείνα στο Εργαστήριο Ναυτικών Ερευνών της Ουάσινγκτον και, πιο πρόσφατα, στη Διοίκηση Συστημάτων Διαστημικού και Ναυτικού Πολέμου στο Σαν Ντιέγκο. Μετά το 10ο Διεθνές Συνέδριο για την Ψυχρή Σύντηξη, ο Hagelstein και άλλοι θιασώτες της ψυχρής σύντηξης θεώρησαν ότι οι έρευνες είχαν προχωρήσει αρκετά ώστε η πρώτη αξιολόγηση να έχει ξεπεραστεί και να απαιτείται νέα. «Αναγνωρίζοντας ότι είχε γίνει πολλή δουλειά τα τελευταία 15 χρόνια, συμφώνησα» λέει ο James Decker, πρώτος αναπληρωτής διευθυντής του Γραφείου Επιστημών στο DOE.

Δεκαοκτώ πυρηνικοί φυσικοί, ηλεκτροχημικοί και επιστήμονες υλικών επισκόπησαν και αξιολόγησαν την έρευνα που υπέβαλαν ο Hagelstein και οι συνάδελφοί του. Στην έκθεση του Δεκεμβρίου του 2004, το DOE δήλωσε πως, όταν η συζήτηση έφθασε στο ζήτημα της πειστικότητας των τεκμηρίων για την πλεονάζουσα θερμότητα, η επιτροπή περίπου διχάστηκε. Και όταν ετέθη το ζήτημα κατά πόσον στα πειράματα σημειώθηκαν πυρηνικές αντιδράσεις, πάντα σύμφωνα με την έκθεση, τα 2/3 των αξιολογητών έκριναν τα τεκμήρια ως στερούμενα πειστικότητας, ένας από αυτούς τα βρήκε ακαταμάχητα, ενώ οι υπόλοιποι δήλωσαν πεπεισμένοι σε κάποιο βαθμό.

Οι ειδικοί επεσήμαναν πολλές ατέλειες στην ερμηνεία των δεδομένων και τις ερευνητικές μεθόδους, στις οποίες χρησιμοποιήθηκε εξοπλισμός που πολύ απείχε από το να είναι η τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Εντούτοις, ακόμη και ορισμένοι σκεπτικιστές αξιολογητές έκριναν ότι τα πειράματα για την αναζήτηση προϊόντων καθιερωμένων αντιδράσεων σύντηξης θα μπορούσαν να συνεχιστούν και να οδηγήσουν σε σαφές συμπέρασμα. Στο τέλος, οι περισσότεροι αξιολογητές εξέφρασαν την άποψη ότι οι χρηματοδοτικοί οργανισμοί θα έπρεπε να εξετάζουν προτάσεις για μελέτες στο πεδίο της ψυχρής σύντηξης ακολουθώντας τη συμβατική οδό της αξιολόγησης από επιτροπή ειδικών του πεδίου. Και κατέληξαν με την υπόδειξη ότι οι μελλοντικές ερευνητικές προσπάθειες θα έπρεπε να ασχοληθούν με την αναζήτηση προϊόντων σύντηξης αλλά με καλύτερα εργαλεία και τεχνικές.

Ο Hagelstein πιστεύει ότι η έκθεση υποβαθμίζει τη σημασία του κλίματος αισιοδοξίας που επικράτησε μεταξύ των αξιολογητών και αμφισβητεί την ακρίβεια των πληροφοριών για τους αριθμητικούς συσχετισμούς που διαμορφώθηκαν μέσα στην επιτροπή. Παρά ταύτα, αισθάνεται πλέον ότι οι προτάσεις για έρευνα στο πεδίο της ψυχρής σύντηξης μπορούν να αποσπάσουν θετικές εισηγήσεις. Από την πλευρά τού DOE, ο Decker λέει ότι «εμείς ήμασταν πάντοτε ανοιχτοί σε καλές προτάσεις. Ουδέποτε είπαμε ότι δεν θα χρηματοδοτούσαμε προτάσεις στο πεδίο της ψυχρής σύντηξης». Αλλά χωρίς ειδικά προγράμματα για την ψυχρή σύντηξη, παρατηρεί ο Hagelstein, οι όποιες προτάσεις για έρευνα στο συγκεκριμένο πεδίο θα χρειάζεται να αγωνίζονται για να χρηματοδοτηθούν από προγράμματα που μπορούν να τις απορρίψουν ως μη εμπίπτουσες στην περιοχή τους. Ερωτηθείς αν τούτο σημαίνει πως τίποτε δεν άλλαξε από την τελευταία αξιολόγηση τού DOE, ο Decker απάντησε «νομίζω ότι ίσως αυτό είναι ένα εύστοχο σχόλιο».