Μάϊος 2005
7,00 € 
Επιλογή Τεύχους


Αναθεωρώντας τη δίαιτα
Να μασουλάτε φρούτα και λαχανικά, μας συμβουλεύουν οι λειτουργοί της υγείας ―μειώνουν τον κίνδυνο των χρόνιων παθήσεων, όπως των καρδιακών νοσημάτων, της υψηλής πίεσης και του καρκίνου. Μόνο που μακροχρόνιες έρευνες μεγάλης κλίμακας δεν έχουν ως επί το πλείστον καταφέρει να υποστηρίξουν τις αρχικές ενδείξεις για την αντικαρκινική δύναμη των αγροτικών προϊόντων. Από πρόσφατες δε έρευνες προκύπτει ότι η όποια προστατευτική επίδραση, ειδικά κατά του καρκίνου του στήθους, είναι φτωχή ή περιορίζεται σε υποομάδες ανθρώπων.

Κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, εκατοντάδες αναφορές τεκμηρίωναν την απότομη πτώση των ποσοστών καρκίνου μεταξύ των σχετικά άπληστων χορτοφάγων. Στις περισσότερες από τις έρευνες αυτές, οι ερευνητές ρωτούσαν τους ανθρώπους στους οποίους μόλις είχε γίνει διάγνωση καρκίνου να ανακαλέσουν στη μνήμη τους τις πρόσφατες δίαιτες που ακολουθούσαν, και προχωρούσαν σε σύγκριση των αποτελεσμάτων με τα αντίστοιχα από υγιείς εθελοντές. Ωστόσο, αυτού του τύπου οι αναδρομικές έρευνες είναι δυνατόν να εμπεριέχουν κάτι το παραπλανητικό: Τα άτομα της ομάδας του καρκίνου μπορεί να υπερεκτιμούν την κατανάλωση τροφών που αντιλαμβάνονται ως βλαβερές, ενώ οι εθελοντές τείνουν να είναι πιο συνειδητοποιημένοι σε θέματα υγείας συγκριτικά με τον γενικότερο πληθυσμό. Παρ’ όλα αυτά, τα ευρήματα είχαν πείσει το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου (NCI) των ΗΠΑ να προωθήσει, το 1991, το πρόγραμμα «5 την ημέρα», ενθαρρύνοντας τον κόσμο να τρώει ημερησίως πέντε μερίδες φρούτα και λαχανικά.

Ισχυρότερες ενδείξεις μπορεί να προκύψουν από κλινικές δοκιμές και προοπτικές έρευνες, κατά τις οποίες οι ερευνητές εξετάζουν μέσω συνέντευξης μεγάλες ομάδες υγιών ατόμων σχετικά με τη δίαιτά τους, και τους παρακολουθούν επί μακρό χρονικό διάστημα. Αποτελέσματα από τέτοιου τύπου προσεγγίσεις έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται τα τελευταία πέντε χρόνια. Τα δε ευρήματα έχουν ξαφνιάσει, μιας και δεν παρουσιάζουν προστατευτικές επιδράσεις έναντι των καρκίνων του παχέος εντέρου, των πνευμόνων και του στήθους. Θα μπορούσαν, όμως, τα αρνητικά αποτελέσματα απλώς να σημαίνουν ότι οι ερευνητές δεν «έψαξαν» στα σωστά σημεία. Παρ’ όλα αυτά, ας μην ξεχνάμε ότι και οι δίαιτες είναι άκρως ευμετάβλητες και δύσκολα ποσοτικοποιούνται (για παράδειγμα, προσπαθήστε να καταχωρίσετε σε κατάλογο τι φάγατε τον περασμένο μήνα!). Και τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον καρκίνο του στήθους, οι ερευνητές ίσως να είχαν κατατάξει άστοχα την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών μέσω ερωτηματολογίων που απευθύνονταν σε λάθος ομάδες.

Εργασία η οποία δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 2004 φαίνεται να ενισχύει την υπόθεση εναντίον της γενικότερης προστατευτικής δράσης των φρούτων και λαχανικών. Από την έρευνα, κατά το πρότυπο του ερωτηματολογίου, στην οποία συνδυάζονταν παλαιότερες προοπτικές έρευνες από αμερικανούς γιατρούς και παραϊατρικό προσωπικό, δεν διαπιστώθηκε καμία μεταβολή στη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου επί τη βάσει της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών, μολονότι εμφανίστηκε μείωση κατά 25% στα καρδιαγγειακά νοσήματα μεταξύ των βαρύτερων καταναλωτών. Από τα αποτελέσματα ―δημοσιεύθηκαν στο Journal of the National Cancer Institute από επιστήμονες της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Harvard― φαίνεται ότι «η όποια προστατευτική αντικαρκινική επίδραση πρέπει να είναι μικρή» όπως λέει ο Lawrence Kushi, διευθυντής ερευνών για την αιτιολογία και την πρόληψη των νόσων στο Kaiser Permanente του Όκλαντ, στην Καλιφόρνια.

Το συμπέρασμα αυτό έτυχε περαιτέρω υποστήριξης σε σχέση με τον καρκίνο του στήθους τον Ιανουάριο του ενεστώτος έτους, οπότε και δημοσιεύθηκαν τα αποτελέσματα της Πανευρωπαϊκής Προοπτικής Μελέτης για τον Καρκίνο και τη Διατροφή (EPIC), η μεγαλύτερη του είδους της έως σήμερα. Η έρευνα αυτή εξέτασε δεδομένα εξαετίας (1993-1999) από 520.000 άτομα ηλικίας 20 ετών και άνω, και επικεντρώθηκε στη σχέση μεταξύ δίαιτας, επικρατούσας διατροφικής κατάστασης, τυπικού τρόπου ζωής και περιβαλλοντικών παραγόντων, επιπλέον δε στην επίδρασή τους στον καρκίνο και τις άλλες χρόνιες νόσους. Τα συμμετέχοντα άτομα αντιπροσώπευαν δέκα χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Νορβηγία, Ισπανία, Σουηδία και Αγγλία), οι δε τροφές ποίκιλλαν από λάχανο σουκρούτ μέχρι μελιτζάνες και παρμεζάνα. Οι ερευνητές, που δημοσίευσαν την εργασία αυτή στο Journal of the American Medical Association, δεν βρήκαν διαφορά στα ποσοστά καρκίνου του στήθους βάσει της συνολικής κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών ή βάσει της πρόσληψης συγκεκριμένων ομάδων λαχανικών, όπως τα φυλλώδη λαχανικά ή οι ρίζες. (Τα άτομα της εν λόγω έρευνας θα παρακολουθηθούν για τουλάχιστον 10 ακόμη χρόνια, προκειμένου να ενδυναμωθούν τα συμπεράσματα σχετικά με το ρόλο της διατροφής και του τρόπου ζωής στην ανάπτυξη του καρκίνου.)

Εντούτοις, στα δεδομένα θα μπορούσε να ενυπάρχει κάποια αφανής προστατευτική δράση. Κατά πρώτο λόγο, καμία από τις έρευνες δεν εμβάθυνε στη δίαιτα της παιδικής ηλικίας. Στην περίπτωση του καρκίνου του στήθους, τα νεαρά κορίτσια ίσως διέρχονται μια κρίσιμη περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας τα φρούτα και τα λαχανικά θα μπορούσαν να αποκλείουν την εμφάνιση των πρώιμων σταδίων της νόσου. Ένας άλλος παράγοντας θα μπορούσε να είναι οι γενετικές διαφορές στα αντικαρκινικά ένζυμα, όπως αυτά που εκκαθαρίζουν από τις επιζήμιες ελεύθερες ρίζες ―τις εξαιρετικά δραστικές ενώσεις που βλάπτουν το DNA. Μερικές έρευνες έχουν εντοπίσει διαφορές στις συχνότητες καρκίνου σε ανθρώπους οι οποίοι διαθέτουν ιδιαίτερες παραλλαγές γονιδίων και καταναλώνουν συγκεκριμένα λαχανικά, λέει η Christine Ambrosone, πρόεδρος του τμήματος επιδημιολογίας στο Ινστιτούτο Καρκίνου Roswell Park, στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης. «Δεν νομίζω ότι τα συγκεκριμένα “ευρήματα γενιάς” είναι και η τελευταία κουβέντα. Πάντως, εγώ στο γραφείο μου έχω αγαλματάκι που αναπαριστά ένα μπρόκολο και δεν θα το αποχωριστώ!».

Παρά την όλη ασάφεια, οι ειδικοί συμφωνούν ότι ισχύει η σύσταση των «5 την ημέρα» ως μέρος των υγιεινών διατροφικών συνηθειών. Οπότε, μη βιαστείτε να εγκαταλείψετε τις φρουτοσαλάτες και τα ωμά λαχανικά.