Μάρτιος 2006
7,50 € 
Επιλογή Τεύχους


«Κενά» στις πολικές τροχιές
Οι μεγάλης χρονικής κλίμακας προγνώσεις που μας προειδοποίησαν για το πού θα χτυπούσε ο τυφώνας Κατρίνα βασίστηκαν σε δεδομένα που έλαβαν δορυφόροι οι οποίοι ακολουθούσαν πολικές τροχιές. Οι δορυφόροι αυτοί δεν απαθανάτισαν μόνο λεπτομέρειες που αφορούσαν την Αρκτική και την Ανταρκτική, αλλά ουσιαστικά κάθε σχεδόν σημείο της επιφάνειας του πλανήτη καθώς περιστρεφόταν από κάτω τους. Τώρα όμως, η αντικατάσταση του γερασμένου στόλου στρατιωτικών και πολιτικών δορυφόρων κινδυνεύει να ανατραπεί. Και αυτό διότι το σχετικό πρόγραμμα ξεπερνά ήδη τον προϋπολογισμό του κατά 3 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η εκτόξευση του πρώτου δορυφόρου-αντικαταστάτη βρίσκεται ήδη 3 χρόνια πίσω από το χρονοδιάγραμμα.

Σήμερα, δύο υπηρεσίες διατηρούν η καθεμιά τους από δύο δορυφόρους πολικής τροχιάς: η Εθνική Διεύθυνση Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ) και το αμερικανικό Υπουργείο Αμυνας (DOD). Το 1994, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να δημιουργήσουν το Επιχειρησιακό Περιβαλλοντολογικό Δορυφορικό Σύστημα Πολικής Τροχιάς (POESS) με σκοπό την από κοινού εξυπηρέτηση των αναγκών τής ΝΟΑΑ και του DOD. Οι έξι δορυφόροι του κοινού προγράμματος θα έφεραν δεκατέσσερα όργανα, δηλαδή περίπου διπλάσιο αριθμό σε σχέση με τους στρατιωτικούς ή πολιτικούς δορυφόρους πολικής τροχιάς ξεχωριστά, εξοικονομώντας συγχρόνως 1,8 δισεκατομμύρια δολάρια.

Αφότου οι ΗΠΑ ανέθεσαν το σχετικό συμβόλαιο στη Northrop-Grumman το 2002, υποτίθεται ότι ένας δοκιμαστικός δορυφόρος με 4 αισθητήρες θα εκτοξευόταν το Μάιο που μας πέρασε, ενώ ο πρώτος πλήρως επιχειρησιακός αντικαταστάτης είχε προγραμματιστεί να αναλάβει δράση τον Ιούνιο του 2008. Τώρα όμως, η εκτόξευση του δοκιμαστικού δορυφόρου (υπό την επίβλεψη της NASA) έχει μετατεθεί για τον Απρίλιο του 2009, ενώ ο πρώτος αντικαταστάτης προγραμματίζεται για το 2012, σύμφωνα με πρόσφατη κατάθεση αξιωματούχων τής ΝΟΑΑ και του DOD ενώπιον της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων. «Είναι πια σαφές ότι σχεδόν εξαρχής οι αποφάσεις λαμβάνονταν κατόπιν ελλιπέστατης ανάλυσης των εμπλεκόμενων τεχνικών προκλήσεων», δήλωσε κατά την ακροαματική διαδικασία ο πρόεδρος της επιτροπής Sherwood Boehlert, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων από τη Νέα Υόρκη.

Η Northrop-Grumman εξήγησε ότι το μεγαλύτερο μέρος της καθυστέρησης και της αύξησης του κόστους οφείλεται σε προβλήματα σχετικά με τους αισθητήρες των δορυφόρων. Ένα, συγκεκριμένα, αφορούσε μια υπέρυθρη κάμερα, την επονομαζόμενη VIIRS, η οποία υποτίθεται ότι θα συλλέγει εικόνες των νεφών και θα διερευνά τη θερμοκρασία στην επιφάνεια της θάλασσας. Η Northrop-Grumman δηλώνει τώρα ότι είχε υποθέσει πως η ανάπτυξη της VIIRS θα ήταν απλούστερη απ’ ό,τι αποδείχτηκε στην πραγματικότητα.

Ωστόσο, τόσο η κυβέρνηση όσο και οι ανάδοχοι εταιρείες δεν διέγνωσαν τα προβλήματα εγκαίρως, ώστε να καταφέρουν να τα υπερκεράσουν, δήλωσε κατά την ακροαματική διαδικασία ο David Powner του Γραφείου Κυβερνητικού Απολογισμού. Σημείωσε δε ότι η εκτελεστική διεύθυνση του δορυφορικού προγράμματος έλαβε λίγες μείζονες αποφάσεις, προτιμώντας συχνά τη διεξαγωγή περαιτέρω αναλύσεων και αναθεωρήσεων.

Για να ξαναμπεί το πρόγραμμα στον σωστό δρόμο, η ΝΟΑΑ, το DOD και η NASA προσέλαβαν καινούργιο κοινό διευθυντή του προγράμματος. Επιπλέον, η Raytheon, ο υπεργολάβος που θα κατασκεύαζε τη VIIRS, αντικατέστησε ολόκληρη την ομάδα που εργαζόταν στο συγκεκριμένο όργανο, ενώ η Northrop-Grumman ενέτεινε την εποπτεία της επί των υπεργολάβων της. Για την εξοικονόμηση χρόνου και χρημάτων, ο Conrad C. Lautenbacher, διευθυντής τής ΝΟΑΑ, δήλωσε ότι από το πρόγραμμα ίσως καταργηθούν μερικοί από τους αισθητήρες των δορυφόρων. Και πάλι όμως, μια ανεξάρτητη μελέτη που διεξήχθη από την Aerospace Corporation υποδεικνύει ότι, παρά τις όποιες αλλαγές, το πρόγραμμα θα συνεχίσει να υπερβαίνει τον προϋπολογισμό του κατά τουλάχιστον 1 δισεκατομμύριο δολάρια. Επιπλέον, η επιστημονική επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων ανησυχεί ότι η ίδια η φύση του προγράμματος, καθότι βασίζεται στη σύμπραξη των δύο υπηρεσιών, δυσχεραίνει από μόνη της την επίλυση των προβλημάτων.

Μπορούν βέβαια να ακολουθηθούν και πλάγιες οδοί, κάτι τέτοιο όμως δεν θα ήταν το ιδανικό. Οι στρατιωτικοί δορυφόροι θα αντέξουν πιθανόν άνετα και πέραν τού 2012, αν και δεν θα εφοδιάζουν πλήρως τη ΝΟΑΑ με όσα δεδομένα χρειάζονται τα μοντέλα καιρικών προγνώσεών της. Αλλά πιθανόν να μπορούν να συμβάλουν και οι ερευνητικοί δορυφόροι τής NASA ή οι μεγάλου υψομέτρου πτήσεις. Ο Lautenbacher τόνισε ότι οι μηχανικοί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τον δοκιμαστικό δορυφόρο ―ήδη μπορεί να λαμβάνει το 93% των δεδομένων των πλήρως επιχειρησιακών δορυφόρων― και να διατηρήσουν τους υπάρχοντες δορυφόρους πολικής τροχιάς τής ΝΟΑΑ πέραν τής κατά μέσο όρο τετραετούς περιόδου χρήσιμης λειτουργίας τους. Μια άλλη εναλλακτική λύση θα μπορούσε να είναι οι ευρωπαϊκοί δορυφόροι ―αν βέβαια είναι διαθέσιμοι και παράγουν τα δεδομένα τους σε μορφοποίηση συμβατή με τα αμερικανικά μοντέλα καιρικών προγνώσεων.

Αυτή την άνοιξη αναμένεται να καταρτιστεί ένα αναθεωρημένο σχέδιο του προγράμματος. Εν τω μεταξύ, η ΝΟΑΑ και το DOD θα εκτοξεύσουν τον τελευταίο από τους αρχικούς τους δορυφόρους πολικής τροχιάς τον Δεκέμβριο του 2007 και τον Οκτώβριο του 2011, αντίστοιχα. Αν η αποστολή τής ΝΟΑΑ αποτύχει, όπως σε γενικές γραμμές συμβαίνει περίπου στο 10% των περιπτώσεων κατά την εκτόξευση ή αμέσως μετά, η πολιτική κάλυψη μέσω δορυφόρων πολικής τροχιάς θα δεχτεί μεγάλο πλήγμα καθώς θα δημιουργηθεί ένα κενό 4 ετών ή και περισσότερο (συν τοις άλλοις, ο συγκεκριμένος δορυφόρος ίσως αποδειχτεί ιδιαίτερα ευπαθής, μιας και, κατά τη διάρκεια δοκιμών της αναδόχου εταιρείας Lockheed Martin, έπεσε κατά λάθος στο έδαφος και υπέστη σημαντική ζημιά).

Το ενδεχόμενο ενός κενού θα μπορούσε να αποβεί αρκετά σοβαρό, εξηγεί ο Richard A. Anthes, πρόεδρος του Πανεπιστημιακού Οργανισμού Έρευνας της Ατμόσφαιρας, στο Μπόουλντερ του Κολοράντο. Επισημαίνει δε ότι θα μπορούσε να καθορίσει «το κατά πόσον το σφάλμα μιας πρόβλεψης σχετικά με το σημείο εξόδου ενός τυφώνα στη στεριά θα είναι της τάξης μερικών δεκάδων ή λίγων εκατοντάδων χιλιομέτρων».