Σύμφωνα με την υπόθεση του εμβρυϊκού προγραμματισμού (εναλλακτικά γνωστή ως υπόθεση Barker), προβλέπεται ότι η κακή ενδομήτρια υγεία του κυοφορούμενου ακολουθείται από χρόνιες ασθένειες κατά την ενήλικη ζωή του· πράγματι υποστηρίζεται η άποψη τούτη από μελέτες για άτομα τα οποία αναπτύχθηκαν υπό συνθήκες υποσιτισμού. Παρ’ όλα αυτά, σε μια ανάλυση του οικονομολόγου Douglas Almond, του Πανεπιστημίου Columbia αποκαλύπτεται ότι τα προβλήματα για τα λιγότερο εύρωστα έμβρυα επεκτείνονται και στην κοινωνικοοικονομική επιτυχία τους.
Συγκεκριμένα, στόχος της μελέτης ήταν άτομα που εκτέθηκαν προγεννητικά στη γρίπη κατά τη διάρκεια της πανδημίας τού 1918. Ο Almond αναφέρει ότι, με βάση αναλυτικά δεδομένα απογραφής από το 1960 έως το 1980, τα μέλη αυτής της ομάδας αποφοιτούσαν από το λύκειο με πιθανότητα κατά 15% μειωμένη, μεταξύ των ανδρών κέρδιζαν μισθούς χαμηλότερους κατά 5% έως 9% (λόγω ανικανότητας), και ήταν κατά 15% πιθανότερο να πένονται σε σύγκριση με τα αδέρφια τους και άλλα άτομα της γενιάς τους. Συμπερασματικά σημειώνει ότι μέσω πολιτικών οι οποίες στοχεύουν στη βελτίωση της προγεννητικής υγείας θα μπορούσε ανάλογα να ασκείται ισχυρή επίδραση και στα μελλοντικά εισοδήματα των ατόμων.