|
|
|
Ψάχνοντας στο σκοτάδι
|
|
|
|
Ένα παράξενο φαινόμενο έχει εδώ και πολύ καιρό απασχολήσει τους αναπτυξιακούς ψυχολόγους: Γιατί τα μωρά φαίνονται ιδιαίτερα έξυπνα σε ορισμένα πειράματα, αλλά παρόλα αυτά δείχνουν εντελώς χαμένα όταν καλούνται να ανταποκριθούν σε συγκεκριμένα τεστ που έχουν δημιουργηθεί για να μετρήσουν την ίδια ακριβώς γνώση; Κρύψτε ένα παιχνίδι κάτω από μια κουβέρτα, και τα μωρά ηλικίας 7 μηνών ή λίγο μικρότερη δεν θα απλώσουν το χέρι για να το πιάσουν ―γεγονός που δείχνει ότι δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί τη μονιμότητα του αντικειμένου, την ιδέα ότι τα αντικείμενα συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμα και όταν δεν τα βλέπουμε. Από πειράματα πάντως που περιλαμβάνουν απλώς το κοίταγμα αντικειμένων προκύπτει ότι μωρά ακόμα και από την ηλικία των 2,5 μηνών έχουν επίγνωση της έννοιας αυτής.
Η συνηθέστερη εξήγηση για τέτοιες πειραματικές ανακολουθίες είναι ότι τα μωρά έχουν αναπτύξει την έννοια της μονιμότητας του αντικειμένου από πολύ νωρίς, ίσως ακόμα και από τη γέννησή τους, αλλά για κάποιους μήνες το μη ανεπτυγμένο κινητικό τους σύστημα τα εμποδίζει να σηκώσουν την κουβέρτα για να μπορέσουν να βρουν το κρυμμένο αντικείμενο. Ακόμα όμως και αυτή η υπόθεση μάλλον είναι ανεπαρκής, αφού μωρά που έχουν διδαχθεί να τραβούν την κουβέρτα δεν το κάνουν απαραίτητα για να αποκαλύψουν το κρυμμένο αντικείμενο.
Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, η ψυχολόγος Yuko Munakata, του Πανεπιστημίου τού Κολοράντο στο Μπόουλντερ, πρότεινε μια νέα προσέγγιση στο γρίφο: ότι δηλαδή η γνώση αναπτύσσεται με τον καιρό. «Για τα μωρά, αυτή δεν είναι μια ουρανοκατέβατη έμπνευση που έχουν κάποια μέρα ―είναι μια διαδικασία σταδιακής κατανόησης» εξηγεί. Σε μια εργασία που θα δημοσιευθεί στο περιοδικό Psychological Science, η Munakata και η Jeanne L. Shinskey, του Πανεπιστημίου της Νότιας Καρολίνας, παρουσιάζουν στοιχεία υπέρ της άποψης ότι τα παιδιά «σταδιακά αναπτύσσουν όλο και πιο ισχυρές αναπαραστάσεις αντικειμένων μέσω της εμπειρίας» και ότι ορισμένες εργασίες απαιτούν ισχυρότερες νοητικές αναπαραστάσεις από άλλες.
Σε ένα πείραμα που περιελάμβανε είκοσι τέσσερα μωρά 7 μηνών, οι ερευνητές έδωσαν στο καθένα από ένα απλό πήλινο παιχνίδι και του πρόσφεραν χρόνο για «να το συνηθίσει». Μετά μέτρησαν πόσο συχνά το μωρό άπλωνε το χέρι να πιάσει το παιχνίδι αυτό σε σύγκριση με ένα άλλο νέο παιχνίδι. Όπως είχε προβλεφθεί από πολλές προηγούμενες μελέτες, τα μωρά σε συντριπτικό ποσοστό (88% έναντι 39%) προτίμησαν το νέο από το παλιό παιχνίδι. Αλλά αυτό ίσχυε μόνο όταν τα παιχνίδια ήταν άμεσα θεατά. Όταν οι ερευνητές έκλεισαν το φως (και συνέχισαν την παρατήρηση με κάμερες υπερύθρου), παρατήρησαν την ολοκληρωτική αναστροφή των προηγούμενων προτιμήσεων. Στο σκοτάδι, τα μωρά προσπάθησαν να φτάσουν την περιοχή που είδαν για τελευταία φορά το νέο παιχνίδι μόνο στο 20% των περιπτώσεων, ενώ το ποσοστό για το οικείο παιχνίδι ήταν 32%.
Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι η οικειότητα με ένα παιχνίδι ενδυναμώνει αρκετά τις νοητικές αναπαραστάσεις στον παιδικό εγκέφαλο ώστε να καθιστά το μωρό ικανό να απλώσει το χέρι και να ψάξει για το παιχνίδι του. Αντιστρόφως, στο σκοτάδι, τα μωρά δεν αναζήτησαν το νέο παιχνίδι τους, διότι δεν το είχαν δίπλα τους για επαρκή χρόνο ώστε να το θυμούνται.
Αυτή όμως είναι μόνο μία ερμηνεία, σύμφωνα με την ψυχολόγο Carolyn Rovee-Collier, του Πανεπιστημίου Rutgers (Νιου Τζέρσι). Μπορεί τα μωρά να αναζητούν οικεία αντικείμενα στο σκοτάδι απλώς επειδή τα αντιμετωπίζουν ως διαφορετικό παιχνίδι. Επίσης, η Collier διερωτάται αν το σχήμα της αναζήτησης οικείων αντικειμένων ισχύει και για διαφορετικό βαθμό οικειότητας, δεδομένου ότι ένα νέο αντικείμενο μπορεί να αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση και όχι μικρότερο βαθμό οικειότητας.
Η Rachel Keen, ψυχολόγος του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης στο Αμχερστ, προτείνει μια άλλη πιθανότητα: Τα μωρά δεν φοβούνται το σκοτάδι ―μάλιστα, μπορεί να το βρίσκουν ευχάριστα ενδιαφέρον. Υποστηρίζει, ακόμα, ότι «ένα οικείο αντικείμενο σε ένα νέο περιβάλλον, όπως είναι το σκοτάδι, μετατρέπεται κατά κάποιον τρόπο σε ένα νέο αντικείμενο», τονίζοντας ότι «ο μέσος βαθμός οικειότητας για κάποιο αντικείμενο ίσως τελικά να είναι κάτι πιο θελκτικό από το εντελώς οικείο ή ένα παντελώς νέο». Η Munakata δηλώνει ότι πραγματοποιεί πειράματα για να ελέγξει τούτη την εξήγηση. Παρόλα αυτά, το ερώτημα παραμένει. Και όπως συμπληρώνει η Keen, «είναι δύσκολο να συμπεράνεις τι γίνεται στο νου των παιδιών, ακόμη κι αν στον δικό μας επαναλαμβάνεται συνεχώς».
|
|
|
|
|