Φεβρουάριος 2006
7,50 € 
Επιλογή Τεύχους


Μαύρο κουτί
Το 2002, μια κλινική δοκιμή ενός πειραματικού εμβολίου εναντίον της νόσου τού Alzheimer σταμάτησε όταν σε μερικούς ασθενείς παρατηρήθηκαν εγκεφαλικές φλεγμονές, οι οποίες αποτελούσαν ένδειξη μιας επίθεσης του ανοσοποιητικού συστήματος εναντίον του ίδιου του σώματος των ασθενών. Σήμερα, μερικοί ερευνητές πιστεύουν ότι η επαγωγή μιας ήπιας αυτοάνοσης απόκρισης μπορεί, στην πραγματικότητα, να προστατεύσει το κεντρικό νευρικό σύστημα από ένα εύρος νευροεκφυλιστικών συνθηκών, από το γλαύκωμα και την κάκωση του νωτιαίου μυελού ώς τις νόσους τού Parkinson και του Alzheimer. «Και τη στιγμή αυτή, κάτι τέτοιο θα είχε μεγάλη σημασία», λέει ο Howard Gendelman, του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου τής Νεμπράσκα στην Όμαχα.

Όλα ξεκίνησαν με το γλαύκωμα. Αν και αρχικά πιστευόταν ότι η ασθένεια οφείλεται στις αλλοιώσεις του οπτικού νεύρου που προκαλεί η υψηλή ενδοφθάλμια πίεση, τελευταία οι επιστήμονες θεωρούν ότι πρόκειται για μια μορφή νευροεκφυλισμού ο οποίος εξαπλώνεται από το τραυματισμένο οπτικό νεύρο σε γειτονικά υγιή κύτταρα του εγκεφάλου. Οι πρώτες ενδείξεις σχετικά με το χαρακτήρα αυτό της ασθένειας εμφανίστηκαν στα μέσα της δεκαετίας τού 1990, όταν η νευροανοσολόγος Michal Schwartz, του Ινστιτούτου Weizmann στο Ρεχοβότ τού Ισραήλ παρατήρησε ότι, συντρίβοντας ένα μικρό τμήμα του οπτικού νεύρου του αρουραίου, δημιουργείται μια ευρεία ζώνη από άρρωστα κύτταρα. Η ίδια ερευνήτρια και η ομάδα της βρήκαν επίσης ότι Τ λεμφοκύτταρα, οι «επιθετικοί» του ανοσοποιητικού συστήματος, συγκεντρώνονταν γύρω από τα τραύματα αυτά.

Περίεργοι να δουν αν αυτός ο «συνωστισμός» γύρω από τα τραύματα έκανε καλό ή κακό, οι ερευνητές εισήγαγαν με ένεση διάφορους τύπους Τ λεμφοκυττάρων σε αρουραίους με τραυματισμένο οπτικό νεύρο. Προς έκπληξη των ερευνητών, οι αρουραίοι στους οποίους είχαν δοθεί Τ λεμφοκύτταρα ειδικευμένα για τη μυελίνη, τη λιποειδή ουσία που περιβάλλει τους νευράξονες, είχαν τριπλάσιο αριθμό λειτουργικών οφθαλμικών γαγγλιακών κυττάρων από αρουραίους όπου είχαν εισαχθεί άλλοι τύποι Τ λεμφοκυττάρων. Σε πειράματα που διεξήχθησαν μετά ανακάλυψαν ότι αρουραίοι γενετικά τροποποιημένοι ώστε να μην παράγουν Τ λεμφοκύτταρα, όπως επίσης και αρουραίοι που δεν εμφάνιζαν ευαισθησία σε «αντιμυελινικές» αυτοάνοσες αποκρίσεις, αντιμετώπιζαν σοβαρότερα προβλήματα από τους φυσιολογικούς όταν χρησιμοποιούνταν σε πειράματα επαγωγής γλαυκώματος.

Δεδομένου ότι η εισαγωγή αντιμυελινικών Τ λεμφοκυττάρων σε ανθρώπους θα οδηγούσε πιθανότατα σε κάποια εγκεφαλική φλεγμονή, η Schwartz αναζητούσε έναν παράγοντα ο οποίος θα επήγαγε μια πιο ασθενή απόκριση. Το copaxone, ένα πεπτιδικό φάρμακο που χρησιμοποιείται στη θεραπεία της σκλήρυνσης κατά πλάκας, φαινόταν κατάλληλο για τη δουλειά αυτή, εφόσον η ανοσολογική απόκριση που επάγει «στρέφεται» ελαφρώς κατά της μυελίνης. Και πράγματι, οι δοκιμές έδειξαν ότι τρωκτικά εμβολιασμένα με copaxone διατηρούσαν ύστερα από τραυματισμούς των οπτικών τους νεύρων περισσότερα οφθαλμικά γάγγλια από τα μη εμβολιασμένα ζώα.

Η Schwartz δεν πιστεύει ότι το φαινόμενο αποτελεί μια φυσική «προστατευτική αυτοανοσία», ενώ υπεραμύνεται της άποψης ότι αποτελεί ένα γενικότερο μέτρο προστασίας του εγκεφάλου από τις ασθένειες. Η υπερβολική αυτοανοσία κάνει τον εγκέφαλο να νοσεί· η πολύ χαμηλή αυτοανοσία μπορεί να οδηγήσει σε νευροεκφυλιστικές συνθήκες, δηλώνει. «Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση», τονίζει ο Hartmut Wekerle, του Ινστιτούτου Max Planck για τη Νευροβιολογία στο Μάρτινσριντ της Γερμανίας, η οποία όμως έχει φέρει τη διχόνοια στους νευροανοσολόγους. Για να ενισχύσει περισσότερο την άποψη αυτή, η ομάδα τού Gendelman ανέφερε το 2004 ότι η εισαγωγή ανοσοκυττάρων ειδικών για το copaxone σε ποντίκια προστατεύει τους νευρώνες τους σε κάποιο μοντέλο για τη νόσο τού Parkinson. «Νομίζω ότι η θεωρία τής Schwartz είναι σωστή, εφόσον φαίνεται ότι ισχύει σε μια σειρά μοντέλων για διάφορα ζώα» λέει ο Howard Weiner, ο οποίος εργάζεται στο Κέντρο Νευρολογικών Ασθενειών τού Μπρίγκχαμ και στο Νοσοκομείο Γυναικών της Βοστόνης. «Υπάρχει μια εύλογη πιθανότητα κάτι τέτοιο να “δουλέψει” και στους ανθρώπους».

Ωστόσο, οι ενδείξεις είναι λίγο μπλεγμένες. Ο Phillip Popovich, του Πολιτειακού Πανεπιστημίου τού Οχάιο, δηλώνει ότι δεν μπόρεσε να μιμηθεί κάποια πειράματα του εργαστηρίου τής Schwartz, κατά τα οποία τα μεταφερόμενα κύτταρα προστατεύουν ιστό του νωτιαίου μυελού. « Έχουμε μόνο αυτό που ήταν αναμενόμενο με βάση την απλή λογική: ακόμη περισσότερα προβλήματα», αναφέρει ο Popovich. Η ασυμφωνία προκύπτει πιθανότατα από δυσδιάκριτες διαφορές στα χρησιμοποιούμενα μοντέλα.

Τα ποντίκια έχουν θεραπευτεί από πολλές δικές τους «εκδόσεις» ασθενειών που ταλανίζουν ακόμα τους ανθρώπους, τονίζει ο νευροπαθολόγος V. Hugh Perry, του Πανεπιστημίου τού Σαουθάμπτον στη Μεγάλη Βρετανία. Και σε αντίθεση με τις εργαστηριακές σειρές αρουραίων, οι μεμονωμένοι άνθρωποι εμφανίζουν ποικίλες ανοσολογικές αποκρίσεις, δημιουργώντας τον κίνδυνο ο εμβολιασμός να οδηγήσει, τελικά, στην εμφάνιση επιζήμιων αυτοάνοσων αποκρίσεων, όπως συνέβη με τις κλινικές δοκιμές του εμβολίου για τη νόσο τού Alzheimer. Ωστόσο, ο Perry αναφέρει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, «η ρύθμιση της φλεγμονώδους αντίδρασης δεν είναι τόσο ακριβής όσο θα μπορούσε να είναι. Αν καταφέρναμε να κάνουμε τα Τ λεμφοκύτταρα να παράγουν αντιφλεγμονώδη μόρια, τότε σίγουρα η προσέγγιση αυτή θα πλεονεκτούσε».

Ο Gendelman πιστεύει ότι θα χρειαστεί να ξεπεραστούν πολλά εμπόδια προτού το μεγάλο δυναμικό της προστατευτικής αυτοανοσίας, όπως την περιγράφει, γίνει δυνατό να αξιοποιηθεί. «Μοιάζει σαν κάποιος να έκλεισε τις λεπτομέρειες σχετικά με τον εν λόγω τύπο αυτοανοσίας μέσα σε ένα μεγάλο μαύρο κουτί» λέει. Οι θετικές ενδείξεις, πάντως, έχουν κινήσει το ενδιαφέρον μερικών εταιρειών βιοτεχνολογίας: η ισραηλινή Teva Pharmaceutical Industries διερευνά το copaxone και ένα παραπλήσιο πεπτίδιο, για χρήση σε μοντέλα γλαυκώματος και μερικές άλλες νευροεκφυλιστικές συνθήκες. Αν η εταιρεία προχωρήσει σε κλινικές δοκιμές, ίσως μπορέσουμε να δούμε τι υπάρχει μέσα στο μαύρο κουτί.